Η άφιξη του Όθωνα στην Ελλάδα στις 25 Ιανουαρίου 1833 συνοδεύτηκε από την υποστήριξη της Ευρώπης σε χρήματα, στρατιωτικές και διοικητικές δυνάμεις, ώστε να σταθεροποιηθεί το νέο κράτος. Μέχρι την ενηλικίωσή του, ορίστηκε μια αντιβασιλεία αποτελούμενη από τους Βαυαρούς αξιωματούχους Άρμανσπεργκ, Μάουρερ, Χέιντεκ, και Άμπελ, που ξεκίνησε αμέσως την ανασυγκρότηση της χώρας, κυβερνώντας όμως αυταρχικά. Σκοπός τους ήταν η δημιουργία κεντρικών κυβερνητικών υπηρεσιών που θα ασκούσαν την εξουσία στο όνομα του Βασιλιά. Έδειξαν δραστήριο έργο σε όλους τους τομείς και ιδιαίτερα στην Δικαιοσύνη (σύνταξη νομικών κωδίκων 1833-1835), την Παιδεία (ίδρυση Πανεπιστημίου 1837), την Οικονομία (καθιέρωση δραχμής 1833), τη Διοικητική διαίρεση (διαίρεση σε νομούς και επαρχίες) κ.α. Ο Όθωνας ανέλαβε επίσημα τα καθήκοντά του τον Ιούνιο του 1835, διατηρώντας όμως τους αντιβασιλείς στα καθήκοντά τους. Στις αρχές Σεπτεμβρίου 1843, μετά από την εκδήλωση της Επανάστασης της 3ης Σεπτεμβρίου, αναγκάστηκε να παραχωρήσει Σύνταγμα, να απομακρύνει τους Βαυαρούς από τις θέσεις τους και να διορίσει πολιτικό πρόσωπο για Πρωθυπουργό. Θα παραμείνει στο θρόνο μέχρι και το 1862, οπότε θα εκδηλωθεί νέα εξέγερση και θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει την χώρα.