Κ. Κωστής: Η μεμψοιρία δεν μας πηγαίνει, είναι κρίμα να ζούμε με αυτήν
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Κ. Κωστής: Η μεμψοιρία δεν μας πηγαίνει, είναι κρίμα να ζούμε με αυτήν

«Οι Επέτειοι αποτελούν μια ευκαιρία για να συζητήσεις τι έχεις κάνει ως τώρα και τι πρέπει να κάνεις στο μέλλον», δηλώνει στο iefimerida.gr ο καθηγητής και μέλος της Ολομέλειας της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», Κώστας Κωστής. Στο πλαίσιο αυτό, επισημαίνει την ανάγκη για μία επανάσταση στο μυαλό (σ.σ. των πολιτών): «Στον τρόπο που σκέφτονται, στο να αρχίσουν να σκέφτονται έχοντας στον ορίζοντά τους όχι την μικρή και σε εισαγωγικά κατατρεγμένη χώρα τους, αλλά με την φιλοδοξία μιας ισχυρής διεθνούς παρουσίας».
Αποσπάσματα της συνέντευξης...
Σκεφτόμουν ότι ενώ ως τώρα οι «ειδικοί» στους οποίους στρεφόμασταν κυρίως για απαντήσεις ήταν οι ψυχολόγοι ή οι οικονομολόγοι, με όσα συμβαίνουν στρεφόμαστε πλέον στους ιστορικούς ζητώντας απαντήσεις, εξηγήσεις, ακόμα και λύσεις.
Είναι κάτι σαν τον μάγο της φυλής σε άλλους πολιτισμούς. Ξέρετε, υπάρχει μια παρεξήγηση ως προς το τι είναι σε θέση να κάνει ένας ιστορικός. Ναι, η Ιστορία συνδέει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, όμως φοβάμαι ότι ο ιστορικός δεν είναι σε θέση να δώσει τις απαντήσεις που προσδοκούν αρκετοί.

Υπάρχει κάποιος που μπορεί να τις δώσει, ή μόνο ο ίδιος ο λαός είναι αυτός που θα το κάνει, που θα διαμορφώσει τη μοίρα του;
Θα υιοθετούσα αυτό που λέτε: κάθε λαός μπορεί να δώσει τις λύσεις που χρειάζεται. Κάθε κατάσταση είναι μοναδική, εξαιρετική, ιδιαίτερη ιστορικά, άρα δεν μπορούμε να πατήσουμε σε ένα προηγούμενο και πολύ περισσότερο δεν μπορούμε να προβλέψουμε τα μελλούμενα. Χρειάζεται ένα πειθαρχημένος λαός με σοβαρές ηγεσίες.

Το ζήτημα της επαναληπτικότητας της Ιστορίας, το περίφημο «η Ιστορία επαναλαμβάνεται» είναι ένα απλό ευφυολόγημα, λοιπόν;
Δεν υπάρχει επαναληπτικότητα της Ιστορίας. Είναι ένα κλισέ που κατά διαστήματα επανέρχεται διότι έχουμε μια ιδιοποιημένη εικόνα για τον ιστορικό και την Ιστορία, ότι μπορεί να κάνει πολλά περισσότερα πράγματα από όσα πραγματικά μπορεί.
Ο ιστορικός, τι κάνει;
Ο ιστορικός καταγράφει και προσπαθεί να κατανοήσουμε τα διάφορα φαινόμενα. Όμως δεν τίθεται θέμα διδασκαλίας. Δεν μαθαίνουμε από την Ιστορία, δεν παίρνουμε μαθήματα. Ο Χέγκελ έλεγε «ένα μόνο πράγμα έμαθα από την Ιστορία, ότι κανείς δεν μαθαίνει τίποτα».
Πριν την πρωτόγνωρη συνθήκη που ζούμε η Ελλάδα είχε αποφασίσει να ξαναδεί ζητήματα ταυτότητας, μέσα και από τον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821. Εσείς είστε μέλος του «Ελλάδα 2021». Τώρα φαίνεται ότι συζητείται η διεύρυνση της ατζέντας της επιτροπής σε θέματα που αφορούν την Ελλάδα μετά τον κορωνοϊό.
Ηδη έχουμε ξεκινήσει να το κάνουμε αυτό γενικότερα. Προφανώς όλες οι Επέτειοι αποτελούν μια ευκαιρία για να συζητήσεις τι έχεις κάνει ως τώρα και τι πρέπει να κάνεις στο μέλλον. Το θέμα είναι αν είμαστε σε θέση να μιλήσουμε, αν έχουμε την ψυχραιμία για να κάνουμε μια τέτοια κουβέντα.
Σας προβληματίζουν οι αντιδράσεις που έχουν υπάρξει για άρθρα, απόψεις, μελών της επιτροπής του «Ελλάδα 2021»;
Το θεωρώ θλιβερό. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να γράφει ό,τι θέλει. Προσωπικά θα έλεγα σε όλους αυτούς να περιμένουν να δουν τι θα κάνει η Επιτροπή και αν δεν τα πάει καλά να κριθεί σκληρότατα. Μέχρι τότε είναι πολύ φτηνή αυτή η δίκη προθέσεων, η προσπάθεια να βρεθούν αφορμές για επιθέσεις.

Αναρωτιέμαι αν έστω και υποσυνείδητα αυτό το κλίμα νιώθετε να σας βάζει φρένο στη διατύπωση κάποιων σκέψεων.
Προφανώς. Δεν θα κάτσω να γράψω για να αρχίσω να μαλώνω με τον άλφα ή τον βήτα ο οποίος δεν έχει και ιδέα επί του θέματος τις περισσότερες φορές. Υπάρχει μια πίεση μονίμως, ανεξαρτήτως επιτροπής. Μπορείς να διαφωνείς όσο θες, το πρόβλημα είναι ο τρόπος που αντιδράς. Το να διαπομπεύεις κάποιον δεν είναι καλό στοιχείο για τη Δημοκρατία. Αυτό ισχύει και για τους δημοσιογράφους και όσους συμμετέχουν στα social media.

Ποια επανάσταση θα έπρεπε να κάνουν οι Ελληνες αυτή τη στιγμή;
Μια επανάσταση στο μυαλό τους. Στον τρόπο που σκέφτονται, στο να αρχίσουν να σκέφτονται έχοντας στον ορίζοντά τους όχι την μικρή και σε εισαγωγικά κατατρεγμένη χώρα τους, αλλά με την φιλοδοξία μιας ισχυρής διεθνούς παρουσίας. Η μεμψοιρία δεν μας πηγαίνει, είναι κρίμα να ζούμε με αυτήν.

Εντωμεταξύ, όσο μιλάμε για το 1821, παγκοσμίως υπάρχει μια διαδικασία ανάδειξης νέων ηρώων, με χαρακτηριστικά που δεν παραπέμπουν στα ως σήμερα πρότυπα.
Δεν πίστευα ποτέ στους ήρωες, αν και η κοινωνία τούς χρειάζεται. Θα το θέσω διαφορετικά: τηρουμένων των αναλογιών προ 200 χρόνων, οι ήρωες του 1821 ήταν άνθρωποι σαν εσάς και εμένα, με μεγάλες αδυναμίες και αντιφάσεις. Θέλω να υπογραμμίσω όμως ότι μέσα από έναν αγώνα που αποτέλεσε τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του κράτους, οι άνθρωποι αυτοί ξέφυγαν από την απλή κανονικότητα. Διαφορετικά δεν θα υπήρχε λόγος να μιλάμε για αυτούς ως ήρωες. Καλά κάνουμε και τους τιμούμε γιατί βοήθησαν στη δημιουργία του κράτους, επιμένω όμως ότι ήταν απλοί άνθρωποι με κακίες, αδυναμίες, προτερήματα. Όταν τους θεωρούμε απρόσβλητους από οποιοδήποτε σχόλιο τους αδικούμε, γιατί τους αφαιρούμε το ανθρώπινο στοιχείο που τους οδηγεί στο να γίνουν ήρωες.

Αποκαλούμε ήρωες εσχάτως γιατρούς και νοσηλευτές. Είναι μια μελό, λυρική έκφραση για να εκφράσει το μέγεθος της ευγνωμοσύνης μας;
Δεν πιστεύω σε νέους και παλιούς ήρωες. Είναι άνθρωποι που την κρίσιμη στιγμή έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους. Αυτό που ξεχνάμε να πούμε είναι το «όπως όφειλαν να την κάνουν». Αυτή είναι η δουλειά τους, όπως η δική μου δουλειά είναι να κάνω μαθήματα στους φοιτητές μας. Αν αρέσει στο κοινό ο ηρωισμός και η δημιουργία προτύπων, ας τους πούμε ήρωες, ας μην ξεχνάμε όμως ότι σπούδασαν και εργάζονται ακριβώς για να αντιμετωπίσουν τέτοιες καταστάσεις. Δεν τον ξέρω προσωπικά αλλά πιστεύω ότι αν ρωτήσετε τον κύριο Τσιόδρα θα σας έλεγε τι ήρωες και μπούρδες. Αυτή την αίσθηση έχω.

Δεν πιστεύετε στους ήρωες. Αρα, για ποιους να φτιάχνουμε προτομές και αγάλματα;
Να κάνουμε αγάλματα για τον Μπότσαρη ή τον Κολοκοτρώνη ναι, γιατί ξεπέρασαν τον εαυτό τους και τους οφείλουμε τη δημιουργία του κράτους. Όμως δεν είμαι υπέρ της ηρωολατρείας που μας χαρακτηρίζει ως χώρα. Ομως προφανώς δεν μπορεί να μην υπάρξει μια χώρα χωρίς να έχει προτομές και μνημεία, χωρίς να τιμάει τα σύμβολα του παρελθόντος και του παρόντος της.

Σύμβολα τιμής, αλλά και σύμβολα που είναι εκεί έξω για να μας θυμίζουν;
Βεβαίως. Είναι όλα τα σύμβολα που συγκροτούν την εθνική μας ταυτότητα. Δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς αυτά, ακόμα και αν μερικές φορές τα κριτικάρουμε ή κάποιες στιγμές λέμε ότι έχουν υπερβολές. Δεν παύουν να είναι τα σύμβολα πάνω στα οποία εδράζεται, υλοποιείται η προσωπικότητά μας σαν μέλη του ελληνικού έθνους.
Διαβάστε ΕΔΩ ολόκληρη τη συνέντευξη στην Κατερίνα Ανέστη.